ιόντα

ιόντα
Ηλεκτρικά φορτισμένα σωματίδια τα οποία αποτελούνται από ένα άτομο (π.χ. Η, Ag, Cl), μία ομάδα (π.χ. ΟΗ, SO4) ή ένα μόριο (π.χ. Ο2) που είτε έχασε ένα ή περισσότερα ηλεκτρόνια και έγινε έτσι θετικά φορτισμένο ι. (κατιόν) είτε προσέλαβε ένα ή περισσότερα ηλεκτρόνια και απέκτησε έτσι αρνητικό φορτίο (ανιόν). Παριστάνονται με το σύμβολο του ατόμου ή της ατομικής ομάδας από την οποία προέρχονται, καθορίζοντας επάνω δεξιά τον αριθμό των θετικών ή αρνητικών φορτίων: π.χ. Cl-, SO4=, Fe++, Fe+++, ΝΗ4+· (βλ. λ. ιονισμός). Οι ιδιότητες των ι. είναι τελείως διαφορετικές από τις ιδιότητες των ουδέτερων ατόμων από τα οποία προήλθαν και καθορίζονται κυρίως από το σημείο (+ ή -) και το μέγεθος του φορτίου. Τα ι. μπορούν να βρεθούν ως διακριτά σωματίδια σε όλες τις καταστάσεις της ύλης, όπως υγρή κατάσταση (σε τήγματα ή διαλύματα, στα οποία συνδέονται στενά με τα μόρια του διαλύτη), αέρια κατάσταση (ιδιαίτερα στην ατμόσφαιρα) και στερεά (κρύσταλλοι). Ι. σχηματίζονται σε μερικά αέρια με την επίδραση ηλεκτρικών εκκενώσεων ή ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Ισχυρά ιονίζουσες ακτινοβολίες, όπως είναι οι ακτίνες Χ και οι ακτίνες γάμμα, μπορούν να απομακρύνουν ηλεκτρόνια από άτομα και μόρια οργανικών ουσιών, συχνά με θανατηφόρα αποτελέσματα για τους ζωντανούς οργανισμούς. Ο ιονισμός των ατόμων και ι. σε υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να γίνει ως μια διεργασία ισορροπίας, όπου ο βαθμός ιονισμού αυξάνει όταν αυξάνει η θερμοκρασία και η πίεση, οπότε το αέριο φτάνει στην κατάσταση του πλάσματος. Τα ι. παίζουν σπουδαίο ρόλο σε πολλά φαινόμενα. Τα ι. που σχηματίζονται στην ατμόσφαιρα με την επίδραση της ηλιακής ή της κοσμικής ακτινοβολίας και των ηλεκτρικών εκκενώσεων επηρεάζουν σημαντικά πολλές φυσικές ιδιότητες του αέρα και, κατά συνέπεια, και τη φυσιολογική του δράση. Το πλάσμα χαμηλής θερμοκρασίας χρησιμοποιείται σε μαγνητοϋδροδυναμικές γεννήτριες και στην έρευνα για την πραγματοποίηση ελεγχόμενων θερμοπυρηνικών αντιδράσεων. Πολλές πειραματικές μέθοδοι για τη μελέτη της ύλης βασίζονται στη χρησιμοποίηση ι. (φασματογράφοι μάζας, θάλαμος ιονισμού). Πολλά επίσης βραχύβια και πολύ ενεργά οργανικά ι. μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως καταλύτες έναρξης στην οργανική σύνθεση. ι. αερίου. Θετικά ή αρνητικά φορτισμένα συστήματα που δημιουργούνται σε αέρια εξαιτίας της επίδρασης ιονίζουσας ακτινοβολίας (π.χ. ακτίνων Χ). Αν εφαρμοστεί στο αέριο ένα ηλεκτρικό πεδίο, η κίνηση των ι. του αερίου, υπό την επίδραση του ηλεκτρικού πεδίου, δημιουργεί ένα ρεύμα ιονισμού που διαρρέει το αέριο. Τα ι. αερίου διαφέρουν από τα ηλεκτρολυτικά ι. κατά το ότι δεν διατηρούνται μέσα στο αέριο αλλά επανασυνδέονται άμεσα για να σχηματίσουν ουδέτερα μόρια μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από τη στιγμή που θα σταματήσει η επίδραση της ιονίζουσας ακτινοβολίας. μεταφορά ι. Βλ. λ. ιόντων, μεταφορά. πηγή ι. Βλ. λ. ιόντων, πηγή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἰόντα — εἶμι ibo pres part act masc acc sg εἶμι ibo pres part act neut nom/voc/acc pl εἰμί sum pres part act masc acc sg (doric) εἰμί sum pres part act neut nom/voc/acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰόνθ' — ἰόντα , εἶμι ibo pres part act masc acc sg ἰόντα , εἶμι ibo pres part act neut nom/voc/acc pl ἰόντι , εἶμι ibo pres part act masc/neut dat sg ἰόντε , εἶμι ibo pres part act masc/neut nom/voc/acc dual ἰόντα , εἰμί sum pres part act masc acc sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰόντ' — ἰόντα , εἶμι ibo pres part act masc acc sg ἰόντα , εἶμι ibo pres part act neut nom/voc/acc pl ἰόντι , εἶμι ibo pres part act masc/neut dat sg ἰόντε , εἶμι ibo pres part act masc/neut nom/voc/acc dual ἰόντα , εἰμί sum pres part act masc acc sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανιόντα — Ιόντα που έχουν αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο και κατά την ηλεκτρόλυση κινούνται προς την άνοδο, αντίθετα δηλαδή από τη συμβατική φορά του ρεύματος. Σε μία ηλεκτρική στήλη η εναπόθεση των α. κάνει την άνοδο αρνητική. Α. υπάρχουν επίσης στις… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτροχημεία — Το τμήμα της χημείας (ή ακριβέστερα της φυσικοχημείας) που αφορά τη χημική και ηλεκτρική συμπεριφορά των ηλεκτρολυτικών διαλυμάτων (βλ. λ. ηλεκτρόλυση). Πιο γενικά, στον όρο η. συμπεριλαμβάνονται όλες οι αντιδράσεις μεταξύ χημικής και ηλεκτρικής… …   Dictionary of Greek

  • αζώτου, κύκλος του- — Ο κ. του α., ο πιο σύνθετος από τους βιογεωχημικούς κύκλους περιλαμβάνει όπως και οι υπόλοιποι κύκλοι, δύο δεξαμενές που επικοινωνούν μεταξύ τους: τη δεξαμενή αποθήκευσης στην οποία αποθηκεύεται το χημικό στοιχείο και τη δεξαμενή ανταλλαγής στην… …   Dictionary of Greek

  • φασματογράφος — Με τον όρο αυτό είναι γνωστά δύο διαφορετικά όργανα: α) το φασματοσκόπιο, το εφοδιασμένο με συστήματα καταγραφής και ανάλυσης των φασμάτων, και β) ο φ. μάζας, που διαχωρίζει μεταξύ τους ιόντα ή μόρια που έχουν διαφορετική σχέση μεταξύ μάζας και… …   Dictionary of Greek

  • ρεύμα ηλεκτρικό — Η τακτική κίνηση των ηλεκτρικών φορτίων, τόσο στα υλικά μέσα όσο και στο κενό, η οποία παράγεται όταν μεταξύ δύο σημείων του υλικού μέσου ή του χώρου μέσα στον οποίο εμφανίζεται το φαινόμενο, έχει εφαρμοστεί ένα ηλεκτρικό πεδίο. Τα φορτία που… …   Dictionary of Greek

  • αγωγιμότητα — Η ιδιότητα ορισμένων σωμάτων να μεταφέρουντον ηλεκτρισμό ή τη θέρμανση.ειδική. α.Το αντίστροφο της ειδικής αντίστασης. Αναφέρεται στο υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένος ένας αγωγός και μετριέται σε μονάδες Ω 1 · mm 2 · m ή S · mm 2 · m,… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρόλυση — I To φαινόμενο που προκαλεί, ως συνέπεια της διόδου ηλεκτρικού ρεύματος μέσα από ένα διάλυμα, μια μετατόπιση υλικού στις επιφάνειες ασυνέχειας του συστήματος. Το σύστημα στο οποίο αναφερόμαστε μπορεί να θεωρηθεί κατά προσέγγιση ότι διαιρείται σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”